φιλοπαιδεία

φιλοπαιδεία
ἡ, Α
βλ. φιλοπαιδία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • φιλοπαιδία — και φιλοπαιδεία, ἡ, Α η αγάπη προς τα παιδιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + παιδία / παιδεία «η παιδική ηλικία» (< παῖς, παιδός)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”